ἀποφατικός — negative masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποφατικός — ή, ό επίρρ. ά ο αρνητικός, αυτός που έχει άρνηση: Η πρόταση «δε θα βγω σήμερα από το σπίτι» είναι αποφατική, γιατί έχει πριν από το ρήμα το αποφατικό μόριο δεν … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀποφατικά — ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc pl ἀποφατικά̱ , ἀποφατικός negative fem nom/voc/acc dual ἀποφατικά̱ , ἀποφατικός negative fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικώτερον — ἀποφατικός negative adverbial comp ἀποφατικός negative masc acc comp sg ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικῶν — ἀποφατικός negative fem gen pl ἀποφατικός negative masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικόν — ἀποφατικός negative masc acc sg ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικαῖς — ἀποφατικός negative fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικαί — ἀποφατικός negative fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικοῖς — ἀποφατικός negative masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποφατικοί — ἀποφατικός negative masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)